u039Du0395u039F.jpg

School Image

16

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΛΙΟΝΤΑΡΙΩΝ

   Όλα τα ζώα στηναφρικάνικησαβάνα γιορτάζουν τη γέννηση του μικρούλιονταριούΣίμπα του γιου του βασιλιά Μουφάσα και της βασίλισσας Σαράμπι, εκτός από τον νεότερο αδελφό του βασιλιά, τον ζηλιάρη Σκαρ. Λίγο καιρό αργότερα ο πατέρας του Σίμπα του δείχνει όλο το βασίλειο και του εξηγεί για τον κύκλο της ζωής. Λίγη ώρα μετά ο θείος του Σίμπα, ο Σκαρ ο οποίος θέλει να ξεφορτωθεί τον ανιψιό του για να διαδεχθεί αυτός τον αδελφό του στο θρόνο του είπε για ένα μέρος που λέγεται νεκροταφείο ελεφάντων στο οποίο ο Μουφάσα είχε απαγορεύσει στο γιο του να πάει εκεί πέρα. Μετά ο Σίμπα ζήτησε από τη μητέρα του τη Σαράμπι να πάει στο νερόλακο με τη φίλη του τη Νάλα, όμως στην πραγματικότητα ήθελε να πάει στο νεκροταφείο ελεφάντων. Ενώ πήγαιναν στο νερόλακο τους συνόδευε ο Ζάζου, ένας βούκερος ο οποίος είναι ο αρχιοικονόμος του Μουφάσα. Τα δύο λιονταράκια προσπαθούσαν να τον ξεφορτωθούν και μετά πήγαν στο Νεκροταφείο Ελεφάντων αλλά ο Ζάζου τους βρήκε και τους είπε ότι έχουνε απομακρυνθεί από τα σύνορα της περιοχής τους και διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο. Πράγματι αμέσως μετά βγήκαν τρειςύαινεςη Σένζι, ο Μπανζάι και ο Εντ και προσπάθησαν να τα σκοτώσουν, αλλά τα λιονταράκια και ο Ζάζου έτρεξαν να σωθούν. Λίγο πριν τα σκοτώσουν ο Σίμπα προσπάθησε να τις τρομάξει με βρυχηθμό αλλά μάταια, αμέσως μετά ήρθε ο Μουφάσα και έδιωξε τις ύαινες. Στο δρόμο της επιστροφής ο Μουφάσα έστειλε τον Ζάζου και τη Νάλα σπίτι αλλά κράτησε τον Σίμπα και του είπε πόσο έξαλλος ήταν που τον παράκουσε. Ο Σίμπα προσπάθησε να του πει πώς το έκανε για να γίνει γενναίος. Ο Μουφάσα του είπε πώς επειδή είναι κάποιος γενναίος δεν σημαίνει ότι πρέπει να μπλέκει συνέχεια σε μπελάδες. Αργότερα ενώ πατέρας και γιος παίζανε στο γρασίδι ο Σίμπα τον ρώτησε αν είναι φιλαράκια και αν θα είναι πάντα μαζί. Ο Μουφάσα λέει στον γιο του να κοιτάξει τα άστρα πάνω στον ουρανό λέγοντάς του ότι οι βασιλιάδες του παρελθόντος είναι εκεί πάνω και τους παρακολουθούν και του λέει πώς όποτε νιώθει μόνος θα είναι αυτοί εκεί πέρα να τον βοηθήσουν και θα κάνει και αυτός το ίδιο.        

   Αργότερα πίσω στο νεκροταφείο οι ύαινες ξεκουράζονταν αφού ηττήθηκαν από τον Μουφάσα, στην πραγματικότητα οι ύαινες ήταν απεσταλμένες από τον Σκαρ για να σκοτώσουν τον Σίμπα. Ο Σκαρ είπε στις ύαινες ότι σχεδιάζει να γίνει βασιλιάς και ότι θέλει να σκοτώσει και τον Σίμπα και τον Μουφάσα. Την επόμενη μέρα ο Σκαρ έστειλε τον Σίμπα σε ένα φαράγγι και του είπε πώς ετοιμάζεται μια έκπληξη την οποία σχεδίασε ο πατέρας του. Ξαφνικά ένα μεγάλο κοπάδιγκνου καταδιωκόταν από τις ύαινες με σκοπό να τα στείλουν στο μέρος του Σίμπα και να τον ποδοπατήσουν, ο Σίμπα έτρεχε να σωθεί νομίζοντας πώς ο πανικός των γκνου προκλήθηκε απ' τον βρυχηθμό του. Λίγο αργότερα ο Μουφάσα ήρθε να σώσει το γιο του μέσα στο χαλασμό αλλά ήταν πολύ δύσκολο να τον σώσει μέσα στον πανικό. Έπειτα ο Μουφάσα εξαντλημένος και βαριά τραυματισμένος σκαρφάλωνε το φαράγγι με όση δύναμη του είχε απομείνει, εκεί που σκαρφάλωνε είδε τον αδελφό του τον Σκαρ και του ζήταγε να τον σηκώσει. Ο Σκαρ τον γράπωσε με τα νύχια του και του είπε "Αντίο Βασιλιά" και τον άφησε κάτω να πέσει, ο Μουφάσα έπεσε κάτω στο φαράγγι και πέθανε. Ο Σίμπα βλέποντας τον πατέρα του να πέφτει έτρεξε προς το μέρος του και προσπαθούσε να τον ξυπνήσει αλλά ο πατέρας του δεν σηκωνότανε, φώναζε για βοήθεια. Ο Σκαρ ήρθε και ο Σίμπα προσπαθούσε να του πει πώς ήταν ατύχημα, ο Σκαρ του είπε πως ο πατέρας του πέθανε εξαιτίας του και τον έκανε να νιώθει ενοχές. Το απελπισμένο λιονταράκι χωρίς να ξέρει τι να κάνει τον ρώτησε τι πρέπει να κάνει και αυτός τον εξόρισε, του είπε να φύγει και να μην ξαναγυρίσει ποτέ. Ο Σκαρ έστειλε ξανά τις ύαινες να τον σκοτώσουν αλλά αυτός το έσκασε. Το ίδιο βράδυ ο Σκαρ είπε στην αγέλη για το θάνατο του Μουφάσα και του Σίμπα και είπε ότι θα αναλάβει το θρόνο ως νέος βασιλιάς.

   Την επόμενη μέρα ο Σίμπα βρέθηκε αναίσθητος αλλά ζωντανός από τους Τιμόν και Πούμπα, οι οποίοι μεγάλωσαν τον Σίμπα. Καθώς μεγάλωνε ο Σίμπα τον βρήκε τυχαία η παλιά του φίλη η Νάλα, η οποία ενθουσιάστηκε που τόσο καιρό τον είχαν όλοι για νεκρό. Οι δυο τους ερωτεύτηκαν ο ένας τον άλλον. Αργότερα η Νάλα λέει σε τι κατάσταση έχει φέρει ο Σκαρ το βασίλειο του πραγματικού βασιλιά, δηλαδή του Σίμπα και του λέει να γυρίσει πίσω αλλά εκείνος αρνείται. Αργότερα τον συνάντησε ένας γέρος ο Ραφίκι και του είπε ότι ξέρει τον ίδιο και τον πατέρα του και του είπε πώς ο πατέρας του ζει ακόμη. Λίγο αργότερα βρέθηκαν οι δυο τους σε μια λίμνη και ο Ραφίκι είπε στο Σίμπα να κοιτάξει στη λίμνη αλλά αυτός έβλεπε μόνο την αντανάκλαση του εαυτού του, ο Ραφίκι του είπε να κοιτάξει καλύτερα, όταν το έκανε εμφανίστηκε η μορφή του Μουφάσα στο νερό και ο Ραφίκι είπε στον Σίμπα "Βλέπεις; Ζει μέσα σου". Τότε το φάντασμα του Μουφάσα εμφανίστηκε και καλούσε τον Σίμπα. Ο Μουφάσα είπε στον Σίμπα ότι έχει ξεχάσει ποιος είναι και έχει ξεχάσει και τον ίδιο. Του είπε πώς έτσι όπως κατάντησε είναι ένα τίποτα και του είπε να κοιτάξει μέσα απ' τον εαυτό του, να πάρει τη θέση που πραγματικά του αξίζει στον κύκλο της ζωής. Ο Σίμπα λέει πώς δεν γυρνάει πίσω, πώς δεν είναι αυτός που ήταν κάποτε. Ο Μουφάσα του λέει να θυμηθεί ποιος είναι, να πάρει αυτό που του αξίζει, να γίνει ο βασιλιάς και φεύγοντας του λέει "Θυμήσου ποιος είσαι". Έπειτα ο Σίμπα αποφάσισε να γυρίσει πίσω.

   Αργότερα ο Σίμπα μαζί με τη Νάλα, τον Τιμόν και τον Πούμπα επέστρεψαν πίσω βλέποντας πώς η πράσινη πεδιάδα έχει γίνει ξερότοπος. Ο Σίμπα εμφανίστηκε μπροστά στο Σκαρ και εκείνος τρομοκρατήθηκε νομίζοντας πώς ήταν ο Μουφάσα, αλλά αργότερα εκείνος φανερώθηκε. Ο Σκαρ προσπάθησε να στρέψει το πλήθος εναντίον του Σίμπα λέγοντας πώς εκείνος έφταιγε που πέθανε ο Μουφάσα. Μια αστραπή χτύπησε και άναψε πυρκαγιά ενώ ο Σίμπα κρατιόταν μην πέσει, ο Σκαρ λέει στον Σίμπα πώς αυτός σκότωσε τον Μουφάσα και μόλις το άκουσε αυτό ο Σίμπα όρμησε πάνω στον Σκαρ αποκαλώντας τον "φονιά". Σύντομα μια μεγάλη μάχη ξέσπασε ανάμεσα στις λέαινες και τις ύαινες, ενώ ο βράχος καιγόταν στις φλόγες. Ο Σίμπα στρίμωξε τον Σκαρ σε μια άκρη. Ο Σκαρ είπε στον Σίμπα πώς για όλα φταίγανε οι ύαινες αλλά ο Σίμπα δεν τον εμπιστευότανε μιας και ότι του είχε πει όλο αυτόν τον καιρό ήταν ψέματα. Ο Σίμπα έστειλε το Σκαρ σε εξορία λέγοντας του να μην ξαναγυρίσει ποτέ. Ο Σκαρ πήγε να σκοτώσει το Σίμπα αλλά αυτός τον κλώτσησε με τα πίσω του πόδια και έτσι ο Σκαρ κατρακύλησε στα βράχια αλλά επέζησε. Οι ύαινες εμφανίζονται μπροστά του και τους αποκαλεί φίλους του. Όμως οι ύαινες είχαν ακούσει αυτό που είχε πει στο Σίμπα. Όλες μαζί προχωρούσαν προς το μέρος του ενώ ο Σκαρ προσπαθούσε να τους εξηγηθεί, αλλά αυτές δεν τον άκουγαν, όρμησαν πάνω του και τον σκότωσαν. Αργότερα άρχισε να βρέχει, ο Σίμπα ανέβαινε τον βράχο με τον Ραφίκι λέγοντας του "Ήρθε η ώρα". Ο Σίμπα άκουγε τον πατέρα του από ψηλά. Έτσι έβγαλε έναν δυνατό βρυχηθμό και μετά βρυχώνταν όλες οι λέαινες μαζί.   

   Μερικούς μήνες μετά η πεδιάδα πρασίνισε και έσφυζε ξανά από ζωή. Ο Ραφίκι έδειχνε στα υπόλοιπα ζώα το νεογέννητο λιονταράκι του βασιλιά Σίμπα και της βασίλισσας Νάλα.